Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Εγώ φταιω


Εγώ φταιω που είμαι δαμέ.  Εγώ φταιω που είμαι δαμέ για σένα.  Εγώ φταιω που είμαι δαμέ για σένα σε τούτη τη κατάσταση, σε τούτο το τρυπάκι.  Εγώ φταιω που είμαι δαμέ για σένα σε τούτη τη κατάσταση, σε τούτο το τρυπάκι χωρίς εσένα, μόνη μου.  Μόνη μου όπως ήμουν ως τωρά.  Μόνη μου όπως ήμουν τόσα χρόνια, που τότε που θυμούμαι τον εαυτό μου.  Μόνη μου να θωρώ τους τοίχους.  Μόνη μου να μετρώ τα δάκρυα...πόσα... έχασα τον λοαρκασμό.  Μόνη μου, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, κάθε νύχτα, κάθε νύχτα. Τζαι ακόμα πιο μόνη μου ανάμεσα στους άλλους.  Μόνη μου.  Εγώ φταιω.
Κοιτάζω δεξιά, κοιτάξω αριστερά, κοιτάζω πίσω μου, κοιτάζω κάτω που την καρέκλα, κοιτάζω κάτω που το γραφείο να δω αν είσαι κάπου δαμέ κοντά μου και εν σε βλέπω... αλλά αφού εν είσαι δαμέ πως γίνεται να σε νοιώθω; Εγώ φταιω.  Εγώ φταιω που λειτουργώ σαν το ρομπότ.  Δουλεύκω ώρες ολόκληρες χωρίς να καταλάβω πως επεράσαν, κάμνω διαδρομές κάθε μέρα και στο τέλος κάθε διαδρομής σκέφτομαι "Μα πότε έφτασα δαμε; Που τζείνο το σημείο αφού εν επέρασα σήμερα, αποκλείεται, ήταν να το θυμούμουν". Εγώ φταιω, ξέρω το.   Εγώ φταιω που κάθε δκυο λεπτά κοιτάζω το κινητό αν έχω μήνυμα, που είμαι πουπάνω που το κομπιούτερ μπας τζαι έχω κανέναν η μέιλ.  Εγώ φταιω που γυρίζει ο νους μου. Εγώ φταιω που χορεύουν οι γραμμές του δρόμου, εγώ φταιω που σκιές περνούν συνέχεια που μπροστά μου, εγώ φταιω που τα βλέμματα των γύρω μου δείχνουν έτοιμα να με κατασπαράξουν, να με θάψουν.  Εγώ φταιω που μπαίνω μες το χώμα.  Εγώ φταιω που παρακαλώ καθημερινά να μεν υπήρχα, να μεν με ήξερε κανένας, να μεν είχα μάνα, να μεν μου απευθύνει κανένας τον λόγο.  Τούτη εν η ζωή μου, τζαι εγώ φταιω...

Εσύ φταιεις όμως που ο ουρανός εν τόσο όμορφος, τζαι το φεγγάρι, τα αστέρια που πέφτουν, η θάλασσα....



Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Youth is wasted


Day is wasted
Night is wasted
Dark is wasted
Light is wasted
Sun is wasted
Moon is wasted
Fresh air is wasted
Trees and flowers are wasted
Road is wasted
Eyes are wasted
Thoughts are wasted
Time is wasted
Walks are wasted
Nights out are wasted
Smiles are wasted
Tears are wasted
Dreams are wasted
Sea is wasted
Talks are wasted

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Είμαι άνθρωπος...


Είμαι άνθρωπος.  Έχω δυο χέρια, δυο χέρια που από τότε που έφυγες πέφτουν κάτω άτονα όταν η καρδιά τα προστάζει να σε αγκαλιάσουν.  Βαριά καρδιά.  "Τολμώ τ’ άσωτα χέρια μου κάποια στιγμή ν’ απλώσω, τα θελκτικά σου χρώματα στην όψη σου ν’ αγγίξω, μα κάτι, σα να μην μπορώ κει που είσαι να σε σώσω, κάνει βαριά τα χέρια μου κάτω να πέφτουν πίσω..." 

Έχω δυο πόδια που κάθε μέρα με οδηγούν σε λάθος τόπο.  Ούτε αυτά υπακούν στην καρδιά που δίνει εντολές  να τρέξουν, να διασχίσουν στεριές και θάλασσες να έρθουν κοντά σου.    

Έχω δυο μάτια, δυο μάτια που σε βλέπουν συνέχεια μπροστά τους.  Να γελάς, να χαμογελάς, να κάθεσαι, να περπατάς, να κολυμπάς, να κοιτάζεις τον ουρανό, τ’ αστέρια, το φεγγάρι, να κοιτάζεις εμένα...

Έχω ένα στόμα που ψιθυρίζει συνέχεια το όνομα σου, είτε ηθελημένα, είτε άθελα του.  Διψασμένο, σε ψάχνει συνέχεια... καταριέται την τύχη του που σε είχε για τόσο λίγο μόνο... και εσύ τώρα μάλλον θα αρχίσεις να ξεχνάς...

Είμαι άνθρωπος... κι ας είχα κάτι φτερά, τα πήρες μαζί σου όταν έφυγες και μου τα δίνεις κάθε φορά που συναντιόμαστε, δεν έχει σημασία που... σε κάποιο παράλληλο σύμπαν κάπου σε μια μικρή γωνιά του μυαλού μου, σε μια παραλία σκοτεινή με έναν ουρανό κατάμεστο από αστέρια, σ’ ένα δρόμο χωρίς τέλος να κάθεσαι δίπλα μου ή ένα ζεστό απόγευμα στην παραλία πάνω στον ψηλό βράχο.

Είμαι άνθρωπος... έχω κάτι αισθήματα που χρειάζονται τροφή, μια καρδιά που χρειάζεται θάρρος για να συνεχίσει.  Νοιώθω σαν να είμαι μέσα σε ένα μπαλόνι και στέκομαι στη μέση, σ’ ένα χώρο που δεν μπορώ να προσδιορίσω.  Απλά βλέπω γύρω μου πολλές φιγούρες να στέκονται και να με παρακολουθούν, να δουν ποια θα είναι η επόμενη μου κίνηση. Εγώ δεν μπορώ να δω καλά, όλοι στέκονται στο σκοτάδι που σκεπάζει τα πρόσωπα τους.  Μιλούν, γελούν... μαζί τους γελώ και εγώ κι ας μην ξέρω το γιατί.

Με πλησιάζουν, περιστρέφονται γύρω από μένα, χαμογελώ αλλά δεν αφήνω να με αγγίξουν... ούτε να μπουν στο μπαλόνι μου.  Εκεί μέσα μόνο εσύ χωράς.  Καταφέρνουν όμως να μου μεταδώσουν τα συναισθήματα τους και τελικά αυτό μου δίνει δύναμη και θάρρος να συνεχίσω, μου δίνει τροφή.  Τροφή για τα θηρία.  Κάποιοι άνθρωποι έχουν τόσο καλή καρδιά που την αποτυπώνουν στη ματιά τους και την χαρίζουν απλόχερα με ένα χαμόγελο μεταδοτικό.  Χαμογελώ, ευτυχώς χαμογελώ... κάθε χαμόγελο εν μια αναπνοή, μια ανάσα, ένα βήμα, μια ελπίδα πως ούλλα εννα παν καλά!  Τζαι για σένα ρε παρέα, κατά της Μαριλούς...  

Είμαι άνθρωπος που να πάρει! 

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Η ρόδα


Ρόδα είναι και γυρίζει! Γεγονός! Η ζωή είναι γεμάτη στιγμές που ανακυκλώνονται και λόγια, σκέψεις, συναισθήματα. Ούλλοι ξέρουμε το, συμβαίνει... ζούμε τις ίδιες καταστάσεις, ούλλοι μας, σε διαφορετικό χρόνο ο ένας που τον άλλον.  Τζαι ύστερα ξαναζούμε τες που διαφορετική όμως θέση.  Τζαι βλέπεις τζείνα ούλλα που ένοιωθες εσύ για κάποιον, στα μάτια κάποιου άλλου.  Τζαι βρίσκεσαι εσύ στη θέση τζείνου, τζαι προσπαθείς να καταλάβεις πως ένοιωθε όταν ήταν στη θέση που βρίσκεσαι τζαι εσύ τωρά.  Αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι διαφορετικά και βλέπεις ότι οι καταστάσεις έχουν πολλές πλευρές που τις οποίες μπορείς να δείς τα πράματα. 

Εν σαν το πείραμα.  Ο Α νοιώθει Χ για τον Β.  Ο Β ή εν νοιώθει τίποτε, ή νοιώθει ΥΦΧΨ και Ω!  Έρκεται ο Γ τωρά και νοιώθει Χ για τον Α.  Επίσης ο Α για τον Γ νοιώθει ΥΦΧΨ και Ω! Τζαι τωρά;; Σε ποιο συμπέρασμα να φτάσεις... και τι να πεις... Το μόνο συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως η ζωή είναι μια ρόδα.  Γυρίζει... κάποιες φορές πατά σε τζαι κάποιες φορές είσαι που την πουπάνω την πλευρά τζαι βλέπεις τζαι το δρόμο....

Αστεία αστεία εθύμισε μου το τραγούδι του Μάλαμα.  Καληνύχτα μαλάκα, η ζωή έχει πλάκα, έχει γούστο και φλόγα είναι κάτι σαν ρόδα.  Σε πατάει και σε παίρνει, μόνο ίχνη σου σέρνει...


Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα...

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Κάποια χρυσή, λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Και στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ' ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη.
Ηλεκτρισμένη από φιλήματα
θα 'λεγες την ατμόσφαιρα.
Η σκέψις, τα ποιήματα,
βάρος περιττό.

Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιον ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ...

Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλος
του κόσμου, δώθε απ' τ' όνειρο και κείθε απ' τη γη!
Όταν απομακρύνθηκεν ο τελευταίος μας φίλος,
ήρθαμε αγάλι σέρνοντας την αιώνια πληγή.

Με μάτι βλέπουμε αδειανό, με βήμα τσακισμένο
τον ίδιο δρόμο παίρνουμε καθένας μοναχός,
νοιώθουμε τ' άρρωστο κορμί, που εβάρυνε, σαν ξένο,
υπόκωφος από μακριά η φωνή μας φτάνει αχός.

Η ζωή διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα,
μα θάνατο, καθημερνό θάνατο, με χολή
μόνο, για μας η ζωή θα φέρει, όσο αν γελά η αχτίνα
του ήλιου και οι αύρες πνέουνε. Κι είμαστε νέοι, πολύ

νέοι, και μας άφησεν εδώ, μια νύχτα, σ' ένα βράχο,
το πλοίο που τώρα χάνεται στου απείρου την καρδιά,
χάνεται και ρωτιόμαστε τι να 'χουμε, τι να 'χω,
που σβήνουμε όλοι, φεύγουμ' έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά!


Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Τα τραγούδια της ήταν μόνο για `κείνον


Πρόκειται για μια πολλά όμορφη ιστορία. Τζείνη του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη και την ποιήτριας Μαρίας Πολυδούρη.  Δύο άνθρωποι που, απ’ όσα κατάλαβα που τα λίγα ποιήματα τους που διάβασα και κάποια γράμματα, ένοιωσαν την έλξη, τον έρωτα, την αγάπη, την αρρώστια, την απαισιοδοξία, την λησμονιά, την άρνηση, ονειρεύτηκαν και αμέσως σκότωσαν τα όνειρα τους, πρόθυμοι να θυσιαστούν, πρόθυμοι να ζήσουν, πρόθυμοι να γελάσουν, πρόθυμοι να κλάψουν.  Δραστήριοι σε κάποιες προσπάθειες μάλλον να ξεχάσουν, ή να ξεχαστούν καταπιέζοντας θέληση και συναισθήματα.  Νοιώθοντας έντονα κατάφεραν και οι δυο να ξεδιπλώσουν τους εαυτούς τους και να τους καταγράψουν στο χαρτί με όμορφους στοίχους γεμάτους αισθήματα και συναισθήματα. 

Ο ένας απαισιόδοξος και ματαιόδοξος. Ο Καρυωτάκης.  Τελικά κατάφερε να οδηγήσει τον εαυτό του σε ένα τραγικό αδιέξοδο.  Δημόσιος υπάλληλος, μετατίθεται συνεχώς από πόλη σε πόλη, σε  μια Ελλάδα πολιτικά ασταθή που αλλάζει κάθε εννιά μήνες κυβερνήσεις.  Τελευταία του μετάθεση στην Πρέβεζα. Μια πόλη που μίσησε, που προσπάθησε να πνιγεί στην θάλασσα της και τελικά αυτοκτόνησε εκεί μ’ ένα πιστόλι κάτω από ένα δέντρο.

Η Μαρία Πολυδούρη, μια κοπέλα που ζει μόνη της στην Αθήνα, σπουδάζει στην νομική, φεμινίστρια, ρομαντική, ενθουσιώδης και με δίψα για ζωή.  Ερωτεύεται τον Καρυωτάκη και τα περισσότερα ποιήματα της μιλούν για την αγάπη της αυτή, την θέληση της, την απογοήτευση της, τα όνειρα της.  Ζει στο Παρίσι για κάποιο διάστημα όπου και αρρωσταίνει με φυματίωση και επιστρέφει στην Ελλάδα για να αναρρώσει.  Στο νοσοκομείο ζητά από έναν αφοσιωμένο θαυμαστή της να της χορηγήσει μορφίνη για να πεθάνει, όπως και έγινε...

Γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν... σε λίγους μήνες ο Καρυωτάκης έμαθε ότι πάσχει από σύφιλη και της ζήτησε να χωρίσουν.  Η Πολυδούρη ήταν πρόθυμη να θυσιαστεί, να μείνει μαζί του και ας μην έκαναν παιδιά.  Για αυτήν δεν ήταν καν θυσία, ήταν αυτό που ήθελε να κάνει, ήταν αυτό που ήθελε να ζήσει, που δεν ήθελε να αφήσει, που αγαπούσε, που ήθελε να στηρίξει, να βοηθήσει, να αγαπήσει όσο πιο πολύ μπορεί, να δώσει, να πάρει, να ξαναδώσει... Αυτός δεν δέχτηκε τη θυσία της, ήθελε γι΄ αυτήν να ζήσει, να παντρευτεί, να κάνει οικογένεια... Ποιόν να παντρευτεί; Ποιόν να αγαπήσει; Με ποιόν να κάνει οικογένεια; Πως να ζήσει; Αφού όλος της ο κόσμος ήταν αυτός! Μέχρι την τελευταία της πνοή, το τελευταίο της γράμμα, το τελευταίο της ποίημα...

Η πρώτη μου επαφή με τη ζωή τούτων των δυο ανθρώπων ήταν μια σειρά της ΕΡΤ για τον Καρυωτάκη.  Και πρόσφατα αγόρασα ένα βιβλίο που περιέχει ποιήματα και γράμματα και των δυο όπου στον πρόλογο γράφει ότι το συγκεκριμένο βιβλίο έγινε για να "ενώσει ποιητικά για πάντα δυο ανθρώπους, τους οποίους διάφορες καταστάσεις και συγκυρίες δεν επέτρεψαν να ενωθούν στη ζωή". 

Μπορεί να εν σαν την ταινία με πρωταγωνιστές δύο ανθρώπους καθημερινούς, μορφωμένους, με ενδιαφέροντα, χωρίς να είναι ο κύριος Τέλειος και η κυρία Τέλεια, αντιθέτως...  Έχτισαν μια σχέση μεταξύ τους αμοιβαίου σεβασμού και αγάπης για πάντα αν και ζούσαν μακριά ο ένας από τον άλλον. Το τέλος σίγουρα ήταν άδοξο... Ο ένας αυτοκτόνησε στα 32 του και η Πολυδούρη πεθαίνει, δυο χρόνια μετά, σ’ ένα νοσοκομείο στα 28 της.  Άνθρωποι που τους άξιζε να ζήσουν μέχρι το τέλος τζείνο που ένοιωθαν, αφήκαν το παρατημένο να λήξει τόσο άδοξα... Και γιατί; Επειδή τζείνος ήταν απαισιόδοξος τζαι ματαιόδοξος όπως είπα τζαι πιο πάνω, είχε συνηθίσει στην μοναξιά του τζαι τη μιζέρια του... εν ξέρω τι να πω... Φυσικά κανένας εν μπορεί να ξέρει τι πραγματικά έγινε τζαι πως πραγματικά ένοιωσαν οι ίδιοι.  Τούτη εν η ιστορία τους που την δική μου οπτική γωνιά, μπορεί να έγραψα και κάποια πράματα που εν ισχύουν, πιθανόν, τούτα εκατάλαβα όμως.  Εξάλλου ο σκοπός της τέχνης είναι να προκαλεί συναισθήματα τζαι σκέψεις όποια τζαι αν είναι τούτα, εφόσον προβληματιζόμαστε τζαι ψάχνουμε το, κάτι σημαίνει.

Άμα τα σκέφτομαι νευριάζω κιόλας, ξέρω το, εν έχω δικαίωμα αλλά τούτο μου βκάλουν!  Γιατί δυο νέοι άνθρωποι να παρατήσουν έτσι τη ζωή τους... ναι η ζωή ένεν μόνο έρωτας... αλλά ο έρωτας εν ζωή! Τζαι εν κρίμα,  δύο πλάσματα γεμάτα ζωή, υγεία, αισθήματα, ούλλα τζιαμέ έτοιμα να τα χρησιμοποιήσουν, τραβούν πίσω τζαι παρατούν το... άμα το παραιτήσεις εννα σε παραιτήσει τζαι τζείνο τζαι εν τούτο που φοούμαι!

Η Πολυδούρη γράφει σε ένα γράμμα της προς τον Καρυωτάκη: "Είναι η μοίρα σου πολύ βαριά...αλλά, θεέ μου! Πόσο βαρύτερη είναι η δική μου...αν ήξερες... και να στεκόμαστε έτσι με άτονα τα χέρια εμείς με τη μεγάλη θέληση, μέχρι του σημείου να ζούμε μια ζωή τόσο τυραννική... να γινόμαστε τα παιχνίδια της κάθε μέρας που περνάει, της κάθε στιγμής".   




 Υ.Γ.: Νοιώθω πολλά μικρή για να μιλήσω και να κρίνω τούτους τους ανθρώπους και οποιονδήποτε.  Ήθελα όμως να γράψω για τούτη την ιστορία... Και η φωτογραφία είναι από την παραλία σήμερα το πρωί!


 
    

Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Δεν φταιει κανείς


Φίλε επετάξαν μας έξω που το παιχνίδι. Εσέναν άλλοι τζαι εμέναν άλλοι! Τζαι τζιαμέ που πάεις να κάμεις ένα βήμα, ο ίδιος ο σατανάς αρπάσσει σε με τα χέρια του και τραβά σε πίσω.  Η φιγούρα που φοβάσαι από μωρό παιδί.  Οι οφειλέτες. Πάντα η μάμα μου έλεε μου να μεν τζοιμούμαι με την πόρτα της ντουλάπας ανοιχτή γιατί εννα κατεβούν οι οφειλέτες. Πόθεν εννα κατεβούν; Που τον ουρανό; Μάμα σε ποιους χρωστούμεν; Μάμα σε ποιόν χρωστώ εγώ;  Τι του χρωστώ; Την ψυσσιή μου; Διώ την...

Νοιώθω ένα χέρι να με κρατά που το σβέρκο, βάλλω ούλλη μου τη δύναμη να προχωρήσω μπροστά. Αν είμαι τυχερή και καταφέρω να κάνω ένα βήμα, το αόρατο χέρι με αρπάζει με τα μακριά του δάκτυλα και με μια γερή σπρωξιά με καθηλώνει στο πάτωμα.  Τότε γίνομαι μικρή, πολύ μικρή. Προσπαθώ να βάλω τα χέρια μου μπροστά και να σηκωθώ, να σταθώ στα πόδια μου.  Μα πριν προλάβω να κάνω την παραμικρή κίνηση με αρπάζει από τα μαλλιά και με σέρνει πίσω στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε η πάλη μας.

Τότε αυτό με την αύρα του νικητή ρίχνει το πιο ανατριχιαστικό, το πιο παρανοϊκό του γέλιο, στροβιλίζεται στον αέρα και ρίχνει μια πυκνή ομίχλη γύρω μου.  Νοιώθω να βρίσκομαι σε μια χαοτική κατάσταση και να βουλιάζω... να βουλιάζω... να συρρικνώνομαι όλο και πιο πολύ. Μπαίνει στα μάτια μου, δεν μπορώ να δω τίποτα περισσότερο από τον λευκό χορό της.  Κι όμως...βλέπω! Βλέπω την μορφή σου να έρχεται προς εμένα. Τι ευτυχία! Προχωράς προς το μέρος μου! Προχωράς κι έρχεσαι... έρχεσαι... έρχεσαι... μα δεν φτάνεις ποτέ... Απλώνω το χέρι μα πως να σε φτάσω...

Κι εγώ κάθομαι κατάχαμα, σαν ένα παιδί που μόλις του πήραν μέσα από τα χέρια το αγαπημένο του παιχνίδι, αυτό που ήταν όλος του ο κόσμος.  Με ανακατεμένα μαλλιά και πρόσωπο βρεγμένο από τα δάκρυα, το μόνο που θέλω είναι ένα ζεστό καταφύγιο, να κάτσω εκεί και να κλάψω με όλη μου τη ψυχή για το χαμό του πολύτιμου μου παιχνιδιού.

Ξέρεις πως είναι... στέκεσαι μπροστά που ένα τοίχο ο οποίος εν έχει ούτε πόρτα, ούτε παράθυρα για να κρυφοκοιτάξεις, να δεις, να πάρεις ένα δείγμα για το πως είναι πίσω που τούτο το τοίχο.  Τον τοίχο τον παλιότοιχο...  ακούεις όμορφες μελωδίες τζαι στα ρουθούνια σου έρκεται μια μυρωδιά ευχάριστη. Είσαι σίγουρος πως πίσω που τούτο το τοίχο υπάρχει κάτι μαγικό, πέρα που την πραγματικότητα. Θέλεις να βουρήσεις με ούλλη σου τη δύναμη τζαι να περάσεις μέσα που τούτο το τοίχο, φτάνει να βρεθείς τζιαμέ.  Με τη σύγκρουση το πιο πιθανό είναι να γεμώσεις μώλωπες, άτε να σπάσεις τζαι κανένα κόκαλο. Μητσί το κακό. Προς το παρόν έδωκα πας τον τοίχο αλλά εν νοιώθω να έσπασα τα μούτρα μου, μάλλον ένα κομμάτι εκατάφερε τζαι επέρασε όπως το φάντασμα μέσα, μόνο που εν μπορώ να καταλάβω τι ακριβώς γίνεται ποτζί.

Αν θα περνούσα όμως εν θα με έκοφτε για το τι θα αντιμετώπιζα. Ας είχε φωτιές, ήταν να τες έσβηνα. Ας εγίνουνταν καταιγίδες, ήταν να έβρω ένα τρόπο να προστατευτώ.  Ας μεν είναι ομαλό το έδαφος, ας ήταν κινούμενη άμμος. Ήταν να το παλέψω.  Εν επέρασα όμως. Έμεινα να χάσκω μπροστά στον τοίχο τον παλιότοιχο... Τυχερή τζείνη που κατάφερε να περάσει που τον συγκεκριμένο τοίχο...
 .

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

Αναθεώρηση


Εσκέφτηκα το αρκετά... Rock and roll… εν μεγάλη κουβέντα.  Τελικά τίποτε εν ξέρω τζαι εν κρίμα να κακοποιώ τον όρο. Οπότε είπα να το αλλάξω... Θα το κάμω ρόκα!! Πολλά ωραίο λαχανικό και πιστεύκω ταιριάζει μου. Είμαι ένα φκιόρο που προσπαθεί να ακούσει rock and roll.
Τον τίτλο του μπλογκ εννα τον αλλάξω. Θα τον κάμω "Σήμερα η ζωή στη γη θα ‘ναι πολύ ωραία".  Ούτε εγώ είμαι το πιο αισιόδοξο πλάσμα, θα ήθελα να είμαι όμως τζαι εννα ήθελα να είσαστε τζαι εσείς! Ποιος λαλεί ότι ούλλα γίνουνται για κάποιο λόγο; Μπορεί να είναι όντως έτσι.  Τζαι τα καλά τζαι τα κακά... που ούλλα κάτι εννα μάθουμε.  Κάποιοι κάμνουν μιαν αρχή, κάποιοι απλά επιστρέφουν. Μην ξεχνάς πως τα διαμάντια επεξεργάζονται σε υψηλές θερμοκρασίες.    

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

Το κόκκινο μπαλόνι


Γράφω με το φως της αυγής.  Ξημερώνει ... για άλλη μια μέρα θα είμαι άυπνη. Προσπάθησα να κοιμηθώ αλλά πρώτα ήρθε ο λυγμός.  Αναπάντεχος, γρήγορος, ανέβηκε από το στομάχι και στάθηκε στο λακκάκι, εκείνο που έχουμε στο λαιμό.  Εκεί που κάθεται το μαργαριτάρι σαν φυλακτό.  Ύστερα τραντάχτηκε το σώμα μου ολόκληρο και το στήθος μου ανεβοκατέβαινε μανιασμένο λες και ένα μεγάλο τέρας πάλευε εκεί μέσα να λευτερωθεί. Τα μάτια στεγνά... τα δάκρυα στερέψανε... αλλά όχι… το τέρας έγινε βροχοποιός, έφερε ξανά τα δάκρυα στα μάτια μου.  Αλύπητα, στυγνά.

Δυστυχώς θυμάμαι την τελευταία φορά που έκλαψα έτσι.  Ένας άλλος διάολος ήρθε και έβαλε μια πλάκα στο στήθος μου που δεν με άφηνε να αναπνεύσω. Τρία μερόνυχτα δεν με είχε αφήσει σε ησυχία.  Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πως γλίτωσα τότε. Πως τα κοράκια με τα γαμψά νύχια δεν με έριξαν σε κάποιο άσπρο κελί.  Τότε ήταν διαφορετικές οι καταστάσεις, δεν ήταν το τέρας που πάλευε να λευτερωθεί αλλά ένα τέρας που πάλευε να μείνει. Από τότε πίστευα πως τίποτα και κανένας δεν θα μπορέσει ποτέ να με ρίξει έτσι.

Δεν το χωράει ο νους μου, το σώμα μου αρνείται να καταλάβει, η καρδιά δεν αποδέχεται.  Πως κάτι τόσο όμορφο καταντάει εφιάλτης, πως μια σκέψη γίνεται εμμονή, πως ένα όνειρο καταρρέει, πως τα σωθικά σου γίνονται ένα κουβάρι. 

Έλα και κάθισε για λίγο εδώ κοντά μου, πες μου ένα παραμύθι ν’ αποκοιμηθώ.  Χάρισε μου ένα χάδι, ψιθύρισε μου λόγια όμορφα, χίλιες φορές παραμύθια αφού την αλήθεια την ξέρει και ένα παιδί... τραγούδησε μου ένα νανούρισμα..."Αγιά Μαρίνα τζαι τζυρά..."  που μου ελάλεν η μάμα μου που ήμουν μωρό.  Έγινα μικρή...νομίζω πως μπορώ να χωρέσω στην αγκαλιά σου.  Το μαξιλάρι βράχηκε... και από τις δυο πλευρές. Θα είμαι πάντα σαν εκείνο το κοριτσάκι που κυνηγάει το κόκκινο μπαλόνι.

Ο βροχοποιός... ο πρώτος κεραυνός από μακριά ακουγότανε...διαμαντένιος ο ουρανός τ’ άστρα στα μάτια της γυαλίζανε... εκατάλαβες το ότι είπες έναν που τους πιο ρομαντικούς στοίχους που θα μπορούσες να πεις τζείνην την ώρα; Έπρεπε να σου το πω ότι νοιώθω σαν να με μαγέψανε... Θέλω να με κοιτάζεις πάντα με τζείνα τα μάτια τζαι τζείνο το χαμόγελο...  θέλω να σε έχω δίπλα μου, να μεν μου μιλάς, απλά να είσαι τζιαμέ...να σε νοιώθω...να σε αγγίζω... να σε αγκαλιάζω... Όταν με κοιτάς μ’ αυτά τα μάτια ο πόνος έστω και για λίγο σταματάει....

Το θέμα είναι πως όταν είμαι γύρω σου, κοντά σου, σου μιλάω, γελάμε, τα ξεχνάω όλα, γίνομαι άλλος άνθρωπος.  Από την πρώτη στιγμή όμως που συζητάμε να χωριστούμε σαν να αρχίζει η γη να χάνεται κάτω από τα πόδια μου.  Νοιώθω να λυγίζουν τα γόνατα μου όλο και πιο πολύ σε κάθε λέξη που λες και φεύγει, χάνεται, την παίρνει ο άνεμος, κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο που ξέρω ότι έρχεται η ώρα που θα σε κοιτάζω να φεύγεις.  Θα απομακρυνθούμε... από το πρώτο βήμα που κάνεις μακριά μου το νοιώθω... ένα κομμάτι ξεριζώνεται κάθε φορά από μένα και γαντζώνεται από πάνω σου. Το σέρνεις μαζί σου χωρίς να το καταλαβαίνεις.  Του δείχνεις τους δρόμους που οδηγούν στα λημέρια σου, στη θάλασσα σου, στο σπίτι σου, στο δωμάτιο σου. Και εγώ χαμηλώνω το κεφάλι και αποχωρώ... παίρνω τον δρόμο του γυρισμού...  Να ξέρεις ότι πάντα θα με έχεις μαζί σου, εγώ εδώ θα είμαι. Να προσέχεις.            

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Αλήθειες


Αλήθειες που δεν παραδέχομαι ούτε καν στον εαυτό μου...  Νομίζω εν ώρα να κάμω έναν απολογισμό και κάποιες αλλαγές. Τι κάμνεις; Που πάεις; Εν είσαι σοβαρή! Ένα μάθημα! Ένα μάθημα τζαι εν εκατάφερες να το περάσεις. Άχρηστη! Άχρηστη! Σοβαρεύτου! Εν γίνεται να τα έχεις ούλλα έτοιμα! Ούτε να καρτεράς να περάσει η μπόρα πάντα οριακά.  Πρέπει να προσπαθήσεις! Τάραξε! Σήκου που την καρέκλα σου! Προχώρα! Δε το δρόμο! Εν θέλεις να καταλήξεις σε αδιέξοδο! Πάρε τη ζωή σου στα χέρια σου! Βάλε πείσμα, βάλε στόχους, κάμε όνειρα! Οι έρωτες σε μαράναν! Παλαβή! Κατέβα! Κατέβα που το σύννεφο! Άφηστες πεταλουδίτσες, τα λουλουδάκια, τα φεγγάρκα τζαι τες θάλασσες! Άχρηστη! Κατέβα! Σκάσε! Πήεννε έβρε δουλειά! Ότι να ‘ναι. Πέραστο μάθημα! Κάμε ότι χρειάζεται τζαι φύε για μεταπτυχιακό! Μεν μείνεις κλεισμένη στο καβούκι σου! Κάμε νέα πράματα! Ζήσε! Ηλίθια! Οι έρωτες σε μαράναν! Δκιό κουβέντες εν ξέρεις να γράψεις! Κάμνεις πως δκιαβάζεις τζαι βιβλία που ποττέ εν αθυμάσαι. Τάραξε! Ένεν ζωή τούτη που κάμνεις! Τεμπέλα! Έννα κατεβεί νομίζεις κανένας που τούτους ούλλους που ακούεις να σου έβρει δουλειά; Σήκου! Τάραξε! Κάμε κάτι! Παρπάτα! Αν συνεχίσεις έτσι έννα γίνεις στόκος! Φύε να δεις νέα πράματα! Πράματα τζαι θάμματα! Φύε! Τι κάμνεις δαμέ; Εν με βοηθάς...εν με βοηθάς! Λυπήθου την...λυπήθου την τη μάνα σου...εν αντροπή τόσων χρονών γαούρα όσον να της φυσάς μες τα μάθκια... Κανεί! Σήκου! Τάνα της! Εκατάλαβες το ότι εξελίσσεσαι σε τζείνους που περιπέζεις;  Τούτο θέλεις στη ζωή σου; Τούτο έχεις στο νου σου;  Πρέπει να αποδείξεις στον εαυτό σου πρώτα ότι αξίζεις! Πρέπει να αποδείξεις στους άλλους ότι αξίζεις! Κάμε περήφανη τη μάνα σου που έγινεν κομμάθκια να σε σπουδάσει.  Άφηστην να παίζει την δυνατή τζαι ότι αντέχει...ξέρει το ότι μέρα με τη μέρα σπάζει σε κομμάθκια που εν συναρμολογούνται ξανά.  Που τα τριανταπέντε της ασπρίσαν τα μαλλιά της.  Λυπήθου την... λυπήθου τον εαυτό σου! Ένεν ζωή τούτη για έναν νέο άνθρωπο! Πρέπει να κάμεις νέα πράματα. Για τον εαυτό σου πρώτα. Όι για το σύστημα. Κωλοσύστημα!  Μόνο αν έχεις πέντε σελίδες βιογραφικό τότε είσαι άξιος λόγου.  Ξύπνα τζαι τζείνη η μια εν με το ζόρι που φκαίνει! Εκούρασες με! Τάραξε!
Rocknrollheart μίσσιμου! Νάμπουν τούτη η μαλακία; Ζωύφιον να το κάμεις!  Ζωύφιο είσαι! Λάθος...λάθος... ούλλα έκαμες τα λάθος... τζαι παραδέχτου το ότι ήβρες τα ούλλα έτοιμα... κάμε κάτι! Ήθελες μου τζαι έρωτες! Επήρες το κοπελλούι στο λαιμό σου! Παλαβή! Παρέτα τζαι εν κάμνεις! Παρέτα!
Ούλλα φταίουν σου... γιατί εν το κατάλαβες που πριν ότι εσύ είσαι ο φταίχτης; Γιατί;  Εσύ πρέπει να αλλάξεις.  Πρέπει να αλλάξεις! Έφυες! Τζαι συγκεντρώθου! Φέρτα μίλια σου! Κανένας εν θα σε σώσει. Είσαι μόνη σου! Κανένας! Ακουεις; Αηδίασα σε! Αηδίασα σε! Τι νομίζεις ότι κάμνεις; Ξέρεις τι είσαι; Μια άχρηστη! Αν εμπορούσα ήταν να μου εδίουν τζαι δκιό ξεγυρισμένους πάτσους να φέρω τα μίλια μου!
Άτε κανεί! Δώκε μέσα τωρά! Με δύναμη! Τζαι ποττέ μεν υποτιμάς κανέναν, ούτε να εξυψώνεις... τζαι να στέκεσαι στο ύψος σου! Bitch! Game is on bitch!

        

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2011

Είναι που όλα ήρθαν αργά



Λυπάμαι που δεν έγινα μια θάλασσα για σένα
να με κοιτάς νοσταλγικά με τα μαλλιά βρεγμένα.

Λυπάμαι που δεν έγινα Σαχάρα να ουρλιάζεις
κάτω από τ' άστρα από χαρά να κλαις,ν' ανατριχιάζεις.

Λυπάμαι που δεν έγινα βράχος να ξαποστάσεις,
βότσαλο αψηλάφητο να σκύψεις να το πιάσεις.

Είναι που όλα ήρθαν αργά και πώς να συνηθίσω
την άπειρή σου ομορφιά, τον τρυφερό σου ίσκιο.

Είναι που όλα ήρθαν αργά και πώς να συνηθίσω
την άπειρή σου ομορφιά,μαράθηκα πριν ζήσω.

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

Join the resistance, fall in love!

Σε μια απρόσμενη στιγμή λεει μου η Lee: "Γιατί χαμογελάς;"
"Εγώ;  Εχαμογέλασα τωρά;"
"Ναι."
"Μα σοβαρά;  Εσκέφτουμουν τον..."


 Άλλοτε έρχεται το βράδυ,  έρχεται μέσα στο μικρό δωμάτιο μου και ανάβει τον προβολέα που φωτίζει στο βυθό όσα έχω κρύψει, όσα δεν πρόλαβα να πω και προσπαθώ προτού με πνίξει να κολυμπήσω στην ακτή και να σε δω να ζωγραφίζεις πάλι στην άμμο με κλαδιά και να μου λες ότι αρχίζεις  να συνηθίζεις κι ότι δε φοβάσαι πια...

Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Ήσουνα εκεί

Ήσουν παρών, κι ήμουν κομμένη στα δυο.  Ορκίζομαι...  ήσουν δίπλα μου σε μια μαγική, σε μια φανταστική στιγμή, μια καταπληκτική στιγμή,  στην άμμο.  Σε έβλεπα, ήμασταν σε απόσταση αναπνοής, σε άγγιζα.  Το κεφάλι, τα χέρια, τα πόδια.  Είσαι σαν μια παιδική ζωγραφιά βγαλμένη από ένα μαγικό παραμύθι, σαν αυτό του εγωιστή γίγαντα.  Σου μιλούσα, σου έλεγα ιστορίες για μια απέραντη θάλασσα.  Πότε ήταν ήρεμη, πότε φουρτουνιασμένη.  Ποτέ δεν θα την δεις ακίνητη, ήρεμη ναι αλλά όχι ακίνητη.  Σκέφτηκες ποτέ πόσα είδε αυτή η θάλασσα και δεν μπορεί να τα πει;  Πόσες ζωές τρέφει στα σπλάχνα της, πόσες κατάπιε, πόσες ρούφηξε στο πάτο;  Πόσες ψυχές της εξομολογήθηκαν μυστικά μεγάλα τις νύχτες που χορεύουν σαν άυλες φιγούρες στην επιφάνεια της;  Πόσα δάκρυα την πότισαν τις νύχτες του γυρισμού τραγουδώντας "φρέσκο το χώμα, βροχή έχει πέσει τα φύλλα ξερά, υγρά τα μάτια μου είναι νομίζω πως θέλω να κλάψω... είναι καιρός που φέρνει τον έναν στον άλλον κοντά, είναι καιρός που χωρίζουν οι σκέψεις και μένουμε μόνοι..." ;  Ή ακόμα σε πόσες χαρές ήταν και αυτή στο κόλπο;  Πόσα και πόσα ξέρει η θάλασσα που αν μπορούσε να τα γράψει θα αράδιαζε τόμους ολόκληρους...

Αλήθεια;  Ξέρεις την ιστορία του εγωιστή γίγαντα;  Ήταν λεει ο κύριος γίγαντας που ζούσε σε ένα τεράστιο κάστρο με έναν πανέμορφο κήπο με ροδακινιές και καταπράσινο γρασίδι.  Αυτός έλειπε για αρκετά χρόνια και κάποια παιδιά που ανακάλυψαν αυτόν τον υπέροχο κήπο, όπου οι ανθοί από τις ροδακινιές άπλωναν το άρωμα τους και τα πουλιά τραγουδούσαν γλυκά, πήγαιναν και έπαιζαν συνέχεια εκεί.  Ώσπου μια μέρα επιστρέφει ο γίγαντας και δεν του αρέσει που βλέπει όλα αυτά τα παιδιά να παίζουν στον δικό του κήπο.  Έτσι τα διώχνει και φράζει τον κήπο για να μην μπορεί να μπει κανένας μέσα.  Έρχεται ο χειμώνας και ο γίγαντας ζει μόνος στο κάστρο με τον αέρα, τις βροχές και τα χιόνια.  Περνούν πολλοί μήνες και ο χειμώνας δεν λεει να φύγει.  Κάποιο πρωινό ο γίγαντας ξυπνά από μια υπέροχη μουσική, από το γλυκό κελάηδημα μιας καρδερίνας.  Κοιτάζει έξω από το παράθυρο και τι να δει;  Τα παιδιά κατάφεραν να μπουν στον κήπο από μια χαραμάδα στο φράκτη και να φέρουν μαζί τους την άνοιξη στον όμορφο κήπο.  Τότε κατάλαβε πόσο εγωιστής ήταν που δεν άφηνε τα παιδιά να μπουν στον κήπο του και μετάνιωσε πραγματικά.  Πήρε ένα τσεκούρι και γκρέμισε το φράκτη και άφηνε από τότε τα παιδιά να παίζουν ελεύθερα στον κήπο του και τότε ήταν και αυτός ευτυχισμένος. 

Και ο Παυλίδης τραγουδά για τον κηπουρό:  Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς κάτι παιδιά που γκρέμισαν το φράχτη μου 'παν σε είδαν πάλι απ' έξω να περνάς και έπειτα είπαν "η αγάπη θα 'ρθει, θα 'ρθει"... Θα 'ρθει, ένα απόγευμα ζεστό θα μπει στον κήπο αυτό όλο το φως που υπάρχει...

Σου άρεσε η ιστορία;  Γιατί δεν μου μιλάς;  Άραγε εσύ θα μου αφήσεις μια χαραμάδα ανοιχτή για να μπω στον κήπο σου;  Αν θέλεις έλα μαζί μου, στον πλανήτη μου, πέρα από τα άστρα είναι η δικιά μου γειτονιά.  Δεν είσαι μόνος, δεν είσαι ο μόνος, όλα είναι δρόμος...  Lets just breathe

Και ξαφνικά σαν να θύμωσε μαζί μου η θάλασσα, έστειλε ένα μεγάλο κύμα κοντά μας και σε έσβησε...  Κάτι θα ξέρει....



Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουν αυτά.  Η ζωή ξέρει...


Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Τι να πω...

Σάμπως έχω τίποτε να πω;  Μπορεί να έχω πολλά, μπορεί να μεν έχω τίποτε.  Έννα  το μάθω τούτο ποττέ άραγε ή έννα πάει και τούτος ο χρόνος χαμένος τζαι εγώ να κάθουμαι άπραγη;  Εννα έβρω τα κότσια να το πω ή εννα το κρατήσω μέσα μου, να με τρωει, να με τρώει, να μεν ξέρω που να το βκάλω τζαι να αρχίσω τες μαλακίες πάλε;  Κι αν έχω τα κότσια να το πω αλλά η λογική, που ως τωρά εν την έλαβα και πολλά υπόψη, συγκρατήσει με;  Τι λαλώ ρε γαμώτο;  Αφού ποττέ εν εκατάφερα να κρατήσω τίποτε μέσα μου, ούτε τωρά με βλέπω να τα κρατώ.  Είμαι μιτσιά.  Ο νους μου έπρεπε να εν αλλού.  Στο να καταφέρω επιτέλους να πιάσω τζείνο το χαρτί, να έβρω καμιά δουλειά, να προσκολιστώ με κάτι.  Στάθου στα πόδκια σου για  να καταφέρεις να πεις τζείνο που θέλεις και να σε ακούσει ο άλλος.  Ο ιχθύς λεει μπορεί να περάσει ούλλη του τη ζωή σε ένα μπαρ, να πίνει και να λεει ότι σκέφτεται το μέλλον του.  Έτσι νοιώθω.  Ζωύφιο, ένα ενοχλητικό ζωύφιο.  Η μήπως εν θα τα καταφέρω ούτε τούτο να γίνω;  Ήνταλως  τα κατάφερα έτσι ρε φίλε;  Που παω;  Χα! Πούποτε. Μινίσκω σπίτι.  Και τι κατάλαβες;  Κωλύομαι να σου πω!  Τι δεν κατάλαβες;    Δεν κατάλαβα πως στο διάολο θα έβγαζα τη νύχτα αν πήγαινα καφέ, ντυμένη, βαμμένη, καθισμένη προσεκτικά σε μια πολυθρόνα να ρεμβάζω έξω.  Να περνούν αυτοκίνητα και μηχανές.  Να εύχομαι σε κάθε μια να είμαι εγώ επιβάτης και να με πάρουν όπου θέλουν.  Χωρίς οδηγό, στο τέρμα η μουσική, να περνώ από δρόμους σκοτεινούς, δεν με νοιάζει, φτάνει να μην βλέπω κανέναν.  Δεν μας χέζεις ρε μαλάκα εσύ με τα ράστα που νομίζεις πως είσαι και αντιεξουσιαστής!  Ηλίθιε!!  Χα! Ποια μίλησε! Χα!  Φεύγω.  Θα πάω στον πλανήτη μου. Θα γίνω και εγώ αερικό.  Θα καταφέρω να στοιχειώσω την σκέψη σου;  Πολύ αμφιβάλλω.            

Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Life is a beach

Σαν τη θάλασσα εν έσσει!!  Ψάθα μου, αντηλιακό μου, ρακέτες και φύαμε!!!  Όποτε πάω θάλασσα νοιώθω όπως το μωρό που έννα πάει λούνα παρκ, κρατεί με μια υπερένταση και προσπαθώ να φτάσω όσο πιο γλήορα γίνεται.  Φεύκω που σπίτι όπως όπως και σε δέκα λεπτά είμαι τζιαμέ.  Ξαπολώ το αυτοκίνητο όπου να ‘ναι, κατεβαίνω, φτάνω στην παραλία, αφήνω τα ούλλα χαμέ, βκάλω ρούχα και βουτώ!  Απόλαυση!  Ειδικά τούτες τες μέρες εν πολλά ζεστή η θάλασσα.  Πιτσαλίζω λίο ποτζί, λίο ποδά, να κολυμπήσω ένι μπορώ γιατί έχει πολλά κύματα.  Βγαίνω και πέφτω πάνω στην άμμο.  Το πιο σπαστικό εν τα γυαλιά που ξιμαρίζουνται συνέχεια, όμως εν μπορείς χωρίς τζείνα.  Τελικά βαρκούμαι να βάλω αντηλιακό.  Κάθουμαι στην άμμο και φακκά μου το κύμα.  Γεμώνει το μαγιό μου μισό κιλό άμμο.  Βουτώ ξανά να καθαριστώ και παίζουμε ρακέτες.    Μεν φανταστείς... ποτζίνες τες ελαφριές που παίζουν τα μωρά, αλλά έχουν πολλή πλάκα.  Πάντως πάλε κάμνεις γυμναστική γιατί έχει τρείς μέρες που επιαστήκαν τα κωλομέρκα μου και κωλύομαι να κάτσω.  Αναλόγως σήμερα εν πονώ...που σημαίνει έγινα φιτ;;  Στην πολλή την ώρα βαρκούμαστε, πόσο να βουράς τζείνη την μαππούα!  Η συμπαίκτης απλώνεται την μαρμελάδα της και εγώ πάω περίπατο.  Δυστυχώς στη θάλασσα μας εν βρίσκεις κοχύλια έτσι εν έχεις και τίποτε ιδιαίτερο να κάμεις.  Βρίσκεις κανένα γνωστό, μιλάς, προσκολιέσαι. 
Ύστερα πάλε απλώνω πας την άμμο.  Ο ήλιος είχε αρχίσει να πέφτει και εγώ αποφάσισα πως θέλω να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου: Ξάπλα στην παραλία, να μου φακκά το κύμα, το ζεστό το αερούι, ο ήλιος και να βλέπω τον ουρανό να αρχίζει να χρωματίζεται πορτοκαλί!  Αυτή είναι ζωή!  Ας φακκούν τηλέφωνα, ας περνούν γνωστοί, άγνωστοι.  Να σταματήσει ο χρόνος σε τζείνη τη στιγμή, να με αφήκει τζιαμέ και μετά όπου θέλει ας πάει!  Το νερούι πότε απλά έρκεται ως τα δάκτυλα των ποδιών μου, πότε ως τη μέση, πότε καλύπτει με ολόκληρη.  Έρχεται και φεύγει....έρχεται και φεύγει.... όπως η σκέψη σου που έρχεται ειδικά αυτές τις ώρες και προσπαθώ να την διώξω.  Όπως οι άλλες σκέψεις...τα όνειρα... αυτά που λεει είμαστε μαζί στην παραλία εκείνη την τέλεια, την καταραμένη στιγμή!     

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Λευκή καταιγίδα

Τι να πω για όλα αυτά που έγιναν...  Τα βλέπω από μακριά, ένας θεατής ανήμπορος να δράσει.  Να δράσει  να κάνει τι;  Νοιώθω πολύ μικρή ακόμα και να το συζητήσω.  Ακούω διάφορες γνώμες, όλοι έγιναν ειδήμονες...  Καλά ταξίδια σε αυτούς που έφυγαν. 

Τι περιμένω;  Κάθομαι στη βεράντα μου χωρίς φώτα, μόνο το λαπτοπ ανοιχτό και η ενοχλητική λάμπα που το δρόμο.  Δαμέ στο χωριό έχει μια δροσιούα...είχα πάει και θάλασσα σήμερα, εν ότι πρέπει.  Έχει και ένα φεγγάρι...ενι ξέρω αν εν πανσέληνος αλλά εν ολόφωτο.  Θέλω απλά να κάτσω μιαν αναπαυτική και να το θωρώ.  Και η μοναξιά τελικά έχει τη δική της γλύκα, έχει καιρό να νοιώσω τόσο ήρεμη.  Εν ησυχία, κανένας εν κινείται, εν σκέφτομαι τίποτε.  Λαλείς τελικά να αγαπήσω την μοναξιά μου για να φύει;  Πρέπει να μου πει τι θέλει πάντως για να ξέρω, εν γίνεται να συνεχιστεί τούτη η κατάσταση!  

Ένεν ότι εν έχω τίποτε να κάμνω, άμα θέλω βρίσκω να κάμνω πράματα αλλά με το ζόρι.  Πράματα που εν με γεμίζουν και κάμνω τα με το κούντημα ή ακόμα και οι εξόδοι εν με άτομα που εν μας δένουν και πολλά πράματα που στην τελική νομίζω εν λλίο ανούσιο. 

Με τες μουσικές μου νομίζω έχασα λίο επαφή.  Ακούω τα ίδια και τα ίδια και αποφάσισα να αρχίσω να ακούω καινούρια πράματα.  Σαν να μεν έχω όρεξη ούτε συναυλίες να πάω, ούτε έξω να βγω.  Συνέχεια καρτερώ την ώρα να πάω για ύπνο για να διαβάσω 2-3 σελίδες που ένα βιβλίο και να ποτζοιμηθώ.  Τι περιμένω;




Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

Πνίουμαι

Πιάνει με πολλά συχνά τούτο το συναίσθημα.  Τουλάχιστον τα τελευταία 3-4 χρόνια.  Εν υπερβάλλω.  Με διαλείμματα, μπορεί.  Κάθουμαι στον καναπέ και θέλω να βουλιάξω όσο πιο βαθιά γίνεται, να με ρουφήσει να φύω που δαμέ!  Που επήαν ούλλοι ρε γαμώτο άμα θέλεις να πάεις ένα περίπατο;  Που εχαθήκαν ούλλοι άμα θέλεις να μιλήσεις με "ένα" πλάσμα;  Έκαμα τόσα πράματα τες τελευταίες δυο εβδομάδες κι όμως εν έχω όρεξη να κάτσω να τα γράψω.  Ίσως αργότερα.  Απλά είπα να δώσω το παρόν μου.  Η μόνη καλή συντροφιά είναι το βιβλίο μου και ο ύπνος τωρά που το σκέφτομαι.  Τζοιμούμαι δεκάωρο σίουρα και διερωτούμαι: εν φυσιολογικό;  Ένιγουεϊ.  Εν με κόφτει.

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Like a Rolling Stone

How does it feel,  που λαλεί τζαι ο Bob Dylan, to be on your own?  Να σου πω εγώ!  Επήα μόνη μου Μουζουράκη εψές στο Φρέντς.  Συνήθως βγαίνω μόνη μου όταν έχει κάποια συναυλία ή κάποιον τραγουδιστή που θέλω να δω και εν έχω παρέα.  Έτσι εψές επήα μόνη μου...  Ήταν τέλειος ο ταραμένος, είδα τον και άλλες φορές στην Αθήνα και πάντα ενθουσιάζει με.  Εν εμπορούσα όμως να απολαύσω τη παράσταση.  Έτυχε να στέκομαι μπροστά σχεδόν, μες τη μέση του μαγαζιού.  Και να περιτριγυρίζομαι που παρέες που χορεύκουν, παρέες που τραγουδούν δυνατά, μιλούν, γελούν.  Ζευγαράκια αγκαλιασμένα μπροστά μου, δίπλα μου.  Ένοιωθα τόσο σκατά που ήθελα να φύω.  Ήταν να φύω όμως και να χάσω έστω και ένα τραγούδι; Όοοοχι!!  Έμεινα να ακούσω τον πελλό, και συνήθως όταν είμαι σε κάποια συναυλία που μου αρέσκει είμαι με ένα χαμόγελο ως τα ‘φκιά,  εψές τα μούτρα εσέρνουνταν στα πατώματα και ελπίζω να μεν με είδε κανένας.  Μόλις ετέλιωσε το πρόγραμμα, ήμουν και νάκκο ζαλισμένη, εφκήκα έξω και ήθελα να βουρήσω και να φύω όσο πιο γλήορα γίνεται που τζιαμέ.

Όσο ήμουν μέσα ένοιωθα να είμαι μέσα σε ένα μικρό κλουβί, μόνη μου, εν εμπορούσα να ταράξω, τζιαμέ που εστάθηκα έμεινα ακίνητη για σχεδόν ούλλη τη  διάρκεια της νύχτας.  Μπροστά μου εστέκετουν ένας μεγαλόσωμος άντρας που με εμπόδιζε κιόλας να βλέπω αλλά εγώ έμεινα τζιαμέ.  Επροτιμούσα να με χώνει να μεν με βλέπει πολλύς κόσμος.  Και ενώ ήταν τόσο ωραία τα τραγούδια και ήθελα να χορέψω, να φωνάξω, να τραγουδήσω δυνατά, εν εμπορούσα!  Σαν να ήμουν διμμένη. Τούτο φυσικά εν θα με κάμει να μεν πηαίνω κάπου άμα θέλω.  Είχε φορά που επήα σε συναυλία στην Αθήνα μόνη μου και εγνώρισα μια παρέα τέεεελεια και επέρασα καταπληκτικά μαζί τους! Απλά νομίζω είμαστε νάκκο κομπλεξικοί στην Κύπρο.  Τεσπα.  Ένοιωθα χάλια εψές... Έκαμα 45 λεπτά να έρτω σπίτι...       

Υ.Γ: Πάλε κλαίουμαι.  Λαλείς τελικά να είμαι εγώ τζείνη που χρειάζεται ψυχολόγο;;

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Κόκκινο

Ακούω το κόκκινο της Θεοδοσίας Τσάτσου και χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνω τι λεει ήρτε μου μια εικόνα.  Εγώ μες το αυτοκίνητο μου και γύρω μου ούλλα εν κόκκινα, τα αυτοκίνητα, τα φώτα, ο αέρας.  Εγώ είμαι τόσο θυμωμένη που περνώ μια διασταύρωση με κόκκινο.  Τρακάρω μετωπικά με ένα άλλο αυτοκίνητο και αμέσως μετά ανεβαίνω ψηλά και πετώ!  Μαζί μου παρασέρνω το δρόμο, τα φώτα της τροχαίας, τα φώτα του δρόμου, τα αυτοκίνητα.  Θερίζω δάση και ένα γήπεδο γεμάτο κόσμο μέσα στο οποίο μάλλον γίνεται κάποια συναυλία.  Τραβάω το καφέ χαλί της παραλίας κάτω από τα πόδια όσων βρίσκονται εκεί και τινάζω από πάνω του χαρούμενες παρέες.  Κάποιους που παίζουν με μια μπάλα, κάποιους που κάθονται γύρω από μια φωτιά όπου ένας παίζει μουσική με μια κιθάρα και οι άλλοι τραγουδούν και ένα ζευγαράκι ανάμεσα στα βράχια. 

Παρασέρνω τη θάλασσα και μαζί ένα ξύλινο καράβι σαν αυτό του Πήτερ Παν.  Πάνω του βρίσκονται παιδιά που γελούν, κοροϊδεύουν και παίζουν κάποιο κύριο με ένα ανατριχιαστικό γάντζο στο χέρι. Αυτοί βρίσκονται στη χώρα του Ποτέ... Του ποτέ δεν μεγαλώνω, ποτέ δεν αγχώνομαι, ποτέ δεν περνάω άσχημα, ποτέ δεν σταματώ να διασκεδάζω, ποτέ δεν σταματούν οι περιπέτειες μου, ποτέ κανένας δεν μου χαλά τα σχέδια, ποτέ δεν κάνω ότι θέλουν οι άλλοι, ποτέ δεν χάνω.

Βλέπω πίσω μου να με ακολουθούν οι άσπρες γραμμές του δρόμου που τραβούν σαν να ήταν σχοινιά έναν  πλανόδιο μουσικό και το πλήθος που έχει μαζευτεί γύρω του και χορεύει πάνω σε κάτι σκαλιά με φόντο μια άσπρη εκκλησία και στα πόδια τους απλώνεται η πόλη του φωτός.  Ξεσηκώνω ολόκληρες πόλεις και μαζί την βαβούρα τους.  Το μόνο που αφήνω πίσω είναι καταπράσινα λιβάδια και τα πουλιά που πετούν.  Αυτά δεν πιάνονται ούτε μπορώ να τα παρασύρω, αυτά έχουν φτερά...  Μπορούν να πετάξουν ελεύθερα, να σκίσουν τον άνεμο και να βρεθούν όπου γουστάρουν σε έναν ουρανό που δεν έχει όρια, δεν έχει σύνορα... μόνο χρώματα.  Τέλος σαν ένα μαύρο σεντόνι ξεστρώνω τον νυχτερινό ουρανό και παρασύρω μαζί μου τα αστέρια και το φεγγάρι. 

Αφού κατάστρεψα τα πιο ωραία πράγματα στη γη τα κλέβω και τα παίρνω μαζί μου στο ταξίδι που ακολουθεί, δεν ξέρω που πάει αλλά νοιώθω όμορφα καθώς πέφτω κατακόρυφα μέσα από αυτό το κόκκινο τούνελ, σίγουρα απομακρύνομαι από τη γη...σαν να πηγαίνω σε έναν άλλο κόσμο, σ’ ένα άλλο πλανήτη! Ναι!!  Σαν τον Μικρό Πρίγκιπα!  Που ζει μόνος του στον δικό του πλανήτη. Ναι!  Τι να τον κάνω αυτόν τον κόσμο που δεν μου προσφέρει τίποτα;  Αφού μπορώ τότε είναι καλύτερα εγώ και η μοναξιά μου να πάμε σε έναν άλλο πλανήτη. 

Σαν ξαφνικά η ταχύτητα με την οποία πέφτω στο κενό μέσα από το κόκκινο τούνελ άρχισε να μειώνεται, μειώνεται...μέχρι που το αυτοκίνητο μου σαν να προσγειώθηκε σε ένα σύννεφο από βαμβάκι, ακούμπησε στο έδαφος του νέου μου πλανήτη.  "Ωραία υποδοχή!", σκέφτηκα.  Κατεβαίνω από το αυτοκίνητο και πατώ στο έδαφος, είναι τόσο μαλακό που νοιώθω ότι πετώ.. Κάνω ένα γύρο... είναι αρκετά μεγάλος ο πλανήτης μου, πολύ πιο μικρός από τη γη αλλά είναι δικός μου! Εξάλλου τι να κάνω ένα κομμάτι στη γη όταν μπορώ να έχω ολόδικο μου έναν πλανήτη;

Είναι άδειος.. δεν υπάρχει ψυχή.  Μόνο εγώ και το αυτοκίνητο μου με όλα εκείνα τα πράγματα που έφερα από τη γη.  Σαν να μετακομίζω στο καινούριο μου σπίτι βγάζω τις κούτες από το αυτοκίνητο και ξεχωρίζω αυτά που θα κρατήσω.  Το γήπεδο θα το τοποθετήσω εδώ και θα γίνονται κάθε μέρα συναυλίες στον πλανήτη μου!  Δίπλα θα βάλω εκείνα τα σκαλιά με τη υπέροχη θέα και πάνω τους τον πλανόδιο μουσικό μόνο του, έτσι όταν θέλω να ακούσω μουσική θα παίζει μόνο για μένα.  Η πόλη του φωτός θα είναι η πόλη μου, μια πόλη μόνο για μένα.  Σε μια άκρη θα βάλω την θάλασσα και την παραλία και δίπλα τους το δάσος.  Το πλοίο του Πήτερ Παν θα το βάλω να αιωρείται κάπου στον ουρανό και όταν θέλω να παίξω, η Τίνγκερμπελ θα με λούζει με την μαγική σκόνη και εγώ θα πετώ, θα ανεβαίνω στο πλοίο και θα παίζω με τα παιδιά, ίσως να πάμε και κανένα ταξίδι μαζί.   

Τέλος απλώνω το μαύρο σεντόνι στον ουρανό και τοποθετώ τα αστέρια και το φεγγάρι κάπου στο κέντρο.  Το αποφάσισα! Στον δικό μου πλανήτη θα είναι πάντα νύχτα, τουλάχιστον μέχρι να καταφέρω να κλέψω τον ήλιο από τη γη και να τον φέρω εδώ.  Τα υπόλοιπα πράγματα που έφερα δεν τα χρειάζομαι.  Θα τα βάλω πίσω στο αυτοκίνητο, θα κατεβάσω το χειρόφρενο και θα το σπρώξω να κυλήσει και να πέσει στο κενό.  Από εδώ και πέρα αυτός θα είναι ο κόσμος μου και τον πλανήτη μου θα τον ονομάσω Αερικό... Είναι το δικό μου κομμάτι αγάπης και θαύματος που θα κουβαλάω μαζί μου για πάντα για να με προστατεύει και να μου χαρίζει ένα καταφύγιο όταν γίνομαι μικρή σαν αυτόν.       

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Σκοτάδι και Φως

Όταν ζεις στο σκοτάδι και συνηθίζεις να μένεις εκεί μόνος σου, το παραμικρό φως που θα μπει στο μικρό δωμάτιο σου θα σε ξαφνιάσει και θα σε φοβίσει.  Είσαι τόσο χωμένος στο σκοτάδι που δεν αντέχεις να βλέπεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη ή  μπορεί και να μην θέλεις να τον δεις.  Αποφεύγεις τους καθρέφτες,  δεν θέλεις να βλέπεις εκείνο το άγνωστο πρόσωπο που περιφέρεται μες το σπίτι σου και χρησιμοποιεί τα πράγματα σου.... που είναι τώρα εκείνο το πρόσωπο που έδειχναν παλιά;  Ένα χαμογελαστό και ξέγνοιαστο που είχε ζωή;  Που πήγε; Χάθηκε; Για πάντα;     

Έχεις κουραστεί με τον εαυτό σου, βαριέσαι να σηκωθείς από το κρεβάτι, δεν θέλεις να ανοίξεις την τηλεόραση να δεις τις φάτσες τους. Τις τόσο όμορφες... Με τόσο φως, ποιος είναι ψεύτικος και ποιος αληθινός; Σέρνεις τα πόδια σου μέχρι την μικρή κουζίνα για ένα ποτήρι νερό, δεν ανάβεις καν το φως, δεν θέλεις να δεις τον εαυτό σου να καθρεφτίζεται στο μικρό παραθυράκι του φωταγωγού.  Επιστρέφεις στο κρεβάτι και αρχίζεις να μετράς το ταβάνι.  Είναι όντως το ίδιο μέγεθος με το πάτωμα; Α ναι! Κοίτα! Εδώ είναι το μονό μου κρεβάτι, διπλά στη βιβλιοθήκη.  Εκεί είναι η ντουλάπα.  Στη γωνία το γραφείο με τη σπασμένη κόκκινη καρέκλα και δίπλα ο σκληρός καναπές.  Στη μέση είναι το τραπεζάκι φορτωμένο με βιβλία, εφημερίδες και διάφορα χαρτιά πεταμένα και τσαλακωμένα πάνω στα οποία βρίσκονται αποτυπωμένα τα κατακάθια του μυαλού και της ψυχής μου.  Ναι...ναι...  Τελικά το ταβάνι είναι το ίδιο μέγεθος με το πάτωμα.  Δεν είναι το ίδιο όμως.  Το πάτωμα είναι ξύλινο και τρίζει.  Ενώ το ταβάνι είναι λευκό με κορνίζα και στη μέση ακριβώς κρέμεται μια λάμπα. 

Η λάμπα αυτή κρέμεται εδώ και πολλούς μήνες λυπημένη, το καταλαβαίνω από το γκρίζο χρώμα της.  Μου κρατάει μούτρα νομίζω και δεν ανάβει είναι τώρα δέκα μήνες.  Επέμενε να φωτίζει αυτό το δωμάτιο, εγώ όμως δεν την ήθελα και άναβα κεριά.  Της ζήτησα συγγνώμη και την παρακάλεσα να ανάψει για μια νύχτα τουλάχιστον, αλλά δεν με συγχωρεί.  Δεν με συγχωρεί που προτίμησα τόσο καιρό να μένω στο σκοτάδι μου, κλεισμένη στο ίδιο δωμάτιο για μήνες.  Να μην μπορώ να βγω έξω.  Να μην θέλω.  Κι όταν  αποφασίζω να βγω, ο ήλιος που είναι φίλος της με χτυπάει στα μάτια και με προστάζει να ξαναμπώ μέσα.  Έτσι κι εγώ σαν τον τυφλοπόντικα επιστρέφω στην τρύπα μου.  Η λάμπα γελάει μαζί μου και εγώ για πείσμα δεν θα την φτιάξω για να μπορέσει να ανάψει ξανά, δεν την θέλω, θα μείνω στο σκοτάδι μου. 

Μήνες ολόκληρους ήμουν κλεισμένη σε εκείνη την γκαρσονιέρα κι αν έπρεπε να βγω το έκανα με τεράστια προσπάθεια γιατί είχα κλειστεί στον εαυτό μου.  Οι άλλοι... που να καταλάβουν τι έχεις εσύ...  Νομίζουν ότι είχες καμιά ερωτική απογοήτευση άμα σε βλέπουν έτσι.  Μακάρι όμως να ήταν έτσι... εν κάτι που περνά πιο εύκολα νομίζω απ’ ότι η μοναξιά.  Η μοναξιά δύσκολα ξεπερνιέται και η θλίψη.  Η θλίψη όσο αντιστέκεσαι νικάει... Σ’ όποιον την ρίχνει από το θρόνο, εσένα λεει θέλω μόνο... 

Άμα είσαι σε έτσι φάση, τζαι να έρτει το φως στη ζωή σου εν το καταλαβαίνεις. Τόσο καιρό μέσα στο σκοτάδι επείστηκες ότι τούτη εν η ζωή που σου αξίζει και τίποτε παραπάνω.  Τωρά γιατί να πιστέψεις πως τούτο που βλέπεις εν φως και να το διεκδικήσεις, να το κυνηγήσεις, και ότι ένεν απλά μια λάμψη που εννα φύει για  να σε αφήσει ξανά στο σκοτάδι για δεύτερη φορά;  Και αν προσπαθήσεις να το αγγίξεις και αυτό εξαφανιστεί; Κι αν προσπαθήσεις να το αγγίξεις και αυτό σε κάψει; Κι αν το αγγίξεις και δεν σου αρέσει τελικά;  Έτσι είναι... μιλάς μόνος σου, το αναλύεις και προσπαθείς να βγάλεις άκρη με το μυαλό σου που είναι επηρεασμένο από τους τέσσερις τοίχους που στενεύουν απειλητικά.  Και τελικά αφήνεις το λιγοστό φως να γλιστρήσει από τα χέρια σου και να χαθεί πιστεύοντας πως σίγουρα κάτι δεν πάει καλά με ‘σένα. 

Όταν άλλαξα παραστάσεις και ήρτα Κύπρο είπα πως εν πάει άλλο τούτη η κατάσταση πρέπει να κάμω κάτι για να την αλλάξω.  Ουσιαστικά όμως είμαι πάλε μόνη μου, το σκοτάδι ακολουθεί με και εγώ τούτη τη φορά ψάχνω να έβρω ένα παραθυράκι που να μπαίνει φως.  Βαρέθηκα να μένω στο σκοτάδι και να φοβάμαι.  Να φοβάμαι και να περιμένω κάποιον οποιονδήποτε να έρτει να με τραβήξει πίσω στο φως και τη ζωή και να μου δώσει όσα στερήθηκα τόσα χρόνια.  Πράγματα που αξίζω να ζήσω, που θέλω να ζήσω.  Θέλω να ζήσω!!!  Που έχω τόση δίψα που ακόμα και μια σταγόνα είναι καλοδεχούμενη, συμβιβάζομαι με οτιδήποτε φτάνει να μου χαρίσεις μια σταγόνα ζωής.  Δώσε μου ένα βλέμμα για δικό μου, δώσε μου μια αγκαλιά, δώσε μου ένα φιλί, ένα χάδι...κάτι... Εγώ τότε θα πετάξω μ’ ένα ιπτάμενο χαλί στα αστέρια και το φεγγάρι, τότε εγώ θα διασχίσω τους απέραντους δρόμους και θα μαζεύω στιγμές που θα μου δώσουν δύναμη και θάρρος να συνεχίσω να ζω έξω από το σκοτάδι από δω και πέρα.
Ξέρω ότι ζητάω πολλά...



Τώρα πια ξέρω θα χαθώ, η καρδιά κρύβει ένα βυθό που διψά για γλυκές στιγμές και σπάω.. Στέκομαι μπροστά σου κι αμέσως σε φιλάω...


Κυριακή 29 Μαΐου 2011

Όμορφα Πράματα

Σήμερα ο καιρός είναι ψιλοχάλια, νομίζω περιπαίζει μας ο μάγκας.  Τζιαμέ που είπαμε έρκεται καλοκαίρι και εν θα έχουμε κρυάδες και νερά ξανά, ήρτε το Σάββατο να μας διαψεύσει.  Αλλά ένεν έτσι που κάμνουμε πάντα;  Καθησυχαζόμαστε με μια κατάσταση, όποια και αν είναι, καλή ή κακή, τζαι άμα έρτει η αλλαγή ξαφνιάζει μας.  Έχεις τόση ανάγκη να πεις "Σε τούτη τη φάση είμαι καλά...", που ερμηνεύεις με λάθος τρόπο κάποια σημάδια και εξιδανικεύεις την κατάσταση.  Τελικά έρχεται η συννεφιά, ή ακόμα χειρότερα, η μπόρα.  Μπορεί να είναι μια κουβέντα, μια λέξη, μια κίνηση, ένα βλέμμα, εσύ όμως τρώεις τον πάτσο και συνέρχεσαι. 

Σε κάποια φάση σήμερα εγύρισα τυχαία προς τον γκρίζο ουρανό και είδα περιστέρια να πετούν πολλά μαζί αλλά που μακριά ξεχώρισα ένα άσπρο.  Έσβησα.  Εστάθηκα τζαι εκοίταζα το τζαι εσκέφτουμουν πως τούτο σίγουρα εν κάποιο θετικό σημάδι, σίγουρα...  Για ποιο πράμα όμως;  Ένοιωσα πολλά ωραία που το είδα, σαν ξαφνικά κάτι να ζέστανε τα σωθικά μου, σαν κάτι να φώτισε το πρόσωπο μου.  Εν τόσο μικρό και τόσο συνηθισμένο... ο καθένας θα μπορούσε να το δει.  Αν το έβλεπε θα ένοιωθε τα ίδια πράγματα που ένοιωσα και εγώ ή εν θα του έδινε την ίδια σημασία;  Τα μικρά καθημερινά πράγματα που μπορούν να μας κάμουν να χαμογελάσουμε εν συνέχεια μπροστά μας, μπορεί να τα κοιτάζουμε αλλά εν τα βλέπουμε.

Η φύση τελευταία εκπλήσσει με.  Προχτές επήα περίπατο στη θάλασσα με τρία ξαδερφάκια μου κατά τις 7:30 το απόγευμα, την ώρα που νύχτωνε.  Ήταν που τα πιο όμορφα απογεύματα που είχα ως τωρά, επέρασα πολλά ωραία με τα μωρά.  Εσύρναμε πέτρες στη θάλασσα, εβάλλαμε διαγωνισμό, εννοείται ότι ενικούσαν με.  Εγώ επόφκαλα το χέρι μου, ακόμα πονώ το.  Εβρέξαμε τα παπούτσια μας, τα παντελόνια μας, εγεμώσαμεν άμμους, εγεμώσαμεν και το αυτοκίνητο με μισό κιλό άμμο αλλά εν με κόφτει γιατί τούτα τα μωρά εκάμαν με να περάσω ωραία και να γελάσω.

 Ήταν μαγικό τζείνο το απόγευμα.  Ο ουρανός ήταν γκρίζος και η θάλασσα το ίδιο.  Ο ήλιος έδυε αφήνοντας πίσω του ένα όμορφο πορτοκαλί χρώμα που έπαιζε με τα γκρίζα σύννεφα, το ελάχιστο γαλάζιο και την ήρεμη θάλασσα.  Ένα γλυκό αεράκι φυσούσε για να πείσει τα σύννεφα μάλλον ότι είναι καιρός να φύγουν και να πάψουν να δίνουν στο νερό αυτό το μουντό χρώμα που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσε να σε παρασύρει στο βυθό και να ξεχαστείς εκεί.  Ή μήπως εγώ φαντάστηκα αυτόν τον γλυκό αέρα και την αύρα της θάλασσας  να με αγκαλιάζει και να μεν με αφήνει να φύω; Να μεν θέλω να φύω, και όταν κάνω πως φεύγω να νοιώθω ότι εγκαταλείπω εκεί ένα κομμάτι μου, δίπλα στα κύματα.  Να το πάρουν και να το οδηγήσουν μέσα μαζί τους, να το ταξιδέψουν στο βυθό, να του δείξουν πράγματα που βλέπει για πρώτη φορά, που νοιώθει για πρώτη φορά, που κάνει για πρώτη φορά.  Να παίζουν μαζί σου στο βυθό και μετά να σε ανεβάζουν στην επιφάνεια και εσύ να χορεύεις με τον αφρό, τον αφρό που σε λίγα λεπτά θα εξαφανιστεί...  Και μετά από αυτό το όμορφο ταξίδι, η θάλασσα ξεβράζει το κομμάτι σου και επιστρέφεις στον τόπο απ’ όπου ξεκίνησες για να τον εξερευνήσεις ξανά από την αρχή. Αύριο είναι μια άλλη μέρα....  

Υ.Γ: Το έγραψα και μετά κατάλαβα πως μοιάζει με τα λόγια του T.S. Eliot: "Δεν θα σταματήσουμε την αναζήτηση και το τέλος όλης της αναζήτησης μας θα είναι να φτάσουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε και να αναγνωρίσουμε το μέρος σαν να είναι η πρώτη φορά."

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

Αφού σου το 'πα

Πως της αγάπης η ντόπα είναι η πρώτη, φωτοβολίδες και κρότοι. Το αίμα βράζει, φιλιά που πέφτουν χαλάζι, δεν είναι φρίκη! Είναι η ζωή που σου ανήκει;

Το να έχεις έναν άνθρωπο δίπλα σου, να σε κάμνει να γελάς, να τον κάμνεις να γελά, να χαίρεται μαζί σου, να λυπάται μαζί σου, να αγωνιά μαζί σου, να μοιράζεται μαζί σου, να τον έχεις ανάγκη, να σε έχει ανάγκη.  Να νοιάζεται για σένα, να έχει την έγνοια σου αν είσαι καλά και αν είσαι καλά να εν τζαι τζείνος.  Να κάμνετε μαζί πράματα.  Μικρά, μεγάλα.  Βόλτα στην παραλία, καλοκαίρι, απόγευμα.  Εκεί που θα ξέρεις ότι ο ήλιος φεύγει για να δώσει στον ουρανό τα πιο φανταστικά, τα πιο μαγικά χρώματα για να τα δεις εσύ.  Να τα δεις να καθρεφτίζονται στα μάτια του όταν είσαι μόνο εσύ μέσα σε αυτά.  Εκεί που θα ξέρεις ότι έρχεται η νύχτα να σου χαρίσει απλόχερα όλα τα αστέρια όταν εσύ είσαι στη αγκαλιά του, την τόσο απέραντη όσο ο ουρανός που δεν μπορεί να τον χωρέσει ένα βλέμμα σου.  Εκεί που θα ξέρεις ότι ξημερώνει μια υπέροχη μέρα, σίγουρα θα είναι υπέροχη αφού έχεις αυτόν.  "Όταν έχεις έστω και έναν άνθρωπο δίπλα σου, είναι σαν να έχεις όλο τον κόσμο σύμμαχο σου." Ότι και να γίνει ξέρεις ότι έχεις ένα ασφαλές μέρος να κρυφτείς, να προστατευτείς, να αφήσεις πίσω τα άσχημα και να τρέξεις μαζί του μπροστά, σε καλύτερα μέρη, ακόμα καλύτερα μέρη. 

Μα ακόμα μια φορά πως θα τη φτάσω ελπίζω, η αγάπη ορμάει μπροστά μα εγώ πίσω τρικλίζω.  Πέφτω κι αυτή γελά, μα εγώ πονάω και βρίζω και πάω να σηκωθώ ξανά…

Ενώ τωρά… ακόμα χειρότερα που λείπουν και οι φίλοι σου.. Μόνη σου εννα βκείς, μόνη σου εννα ακούσεις τη μουσική σου, μόνη σου εννα πάεις βόλτα στην παραλία, μόνη σου εννα κοιμηθείς….  Στηρίζεσαι πάνω σε ανθρώπους που εν σε εκτιμούν και περιμένεις να σου δώκουν σημασία για να νοιώσεις τζαι εσύ λλίο σημαντική…αλλά μάταια περιμένεις.  Περιμένεις να ακούσεις έναν καλό λόον, μάταια, ακούεις άλλα που σε ρίχνουν, και ρίχνουν σε στα πατώματα γαμώτο… γιατί εν έχεις άλλο στήριγμα…  



  

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

Ετρίτωσεν το κακό

Πιάνω το αυτοκινητούιν μου να παω δουλειά, συνήθως κάμνω μεγάλο δρομολόγιο για να πάω και πάντα μα πάντα βιάζομαι.  Εν με κανεί έχω στο αυτοκίνητο μου ένα usb με καμπόσα τραγούδια.  Κουρτίζω τζαι εγώ τα "Μωρά στη Φωτιά".  Τι τα ‘θελα ρε πελλέ τα  "Μωρά στη Φωτιά";  Που τζιαμέ που είχα έννοια να πηέννω ως τα 120, έφυε μου η πεζίνα τζαι επήε στα 128.  Τι να το κάμεις...  ο ενθουσιασμός της στιγμής.  Όσο τζαι ισιώνει ο δρόμος βλέπω ένα ανθρωπάκι με φωσφοριζέ στολή να αππηά ίσια πάνω.  Ε γαμώτο!  Ελάττωσα τζαι έπιασα πάντα.  Έκοψεν μας €40 αν θυμούμαι καλά και 2 πόντους!  Εσσιέξιξι!!! Ήντα που να κάμω... χαλαρά...Shit happens.  Έβκαλα τα  "Μωρά στη Φωτιά" τελικά, πολλά επικίνδυνα για να τα συνδυάζω με οδήγηση.

Ύστερα που δυο βδομάδες φεύκω χαλαρά που το χωριό να πάω δουλειά πάλε.  Τούτη τη φορά εν θυμούμαι τι άκουα, αλλά είχα και ένα υποψήφιο θύμα μαζί μου που έπρεπε να το πάρω σπίτι πριν.  Αρα εβιάζουμουν δκιό φορές.  Όσο ν’ανεφανεί το φώς στο τούνελ, βρίσκω πάλε ένα ανθρωπάκι με φωσφοριζέ στολούδα και ακόμα πιο φωσφοριζέ αυτοκίνητο να μου κάμνει μουσκουρούθκια.  Ετυλίξαν με τα νεύρα α!!    115 επήεννα ρε πελλέ. Οκ στη σήραγγα...εδυέφυγε μου...shit happensagain!! Εσταμάτησα, ήντα να κάμω.   Τζαι ο φάδερ πάντα ελάλεν μου: "Πρόσεχε στη σήραγγα τζαι πάντα έσσει αστυνομία!" Α ρε φάδερ!!!  Έκοψεν μου €30 χαριστικά μάλιστα τούτη τη φορά. 

Άσε που έκαμεν ενα τέταρτο να μου φκάλει τζείνο το γέρημο το πρόστιμο!  Εν κανεί που εβιάζουμουν, τζαι εκαθυστέρησε με ο αγενέστατος, επλήρωσα τζαι πουπάνω! Α...η μέρα η συγκεκριμένη έχει τζαι συνέχεια!  Όταν επήα να πάρω το υποψήφιο θύμα σπίτι του, guess what, ήταν κομμένοι οι δρόμοι τζαι εφακκούσαμεν 5 λεπτά γυρό των τετραγώνων να έβρουμεν δρόμο να περάσουμε.  Άσε που ήταν και χάλια τα μαλλιά μου τζείνη την μερα, άρκησα τζαι μισήν ώρα στη δουλειά!

Ύστερα πάλε που δκιό βδομάδες, αποφάσισα να μεν πάω που το χάιγουει τζαι να πάω που τον παλιό το δρόμο, μέσα που τα γειτονικά χωρκά, γιατί επεθύμισα τον.  Είχε ένα γέρο μπροστά μου που μου έλυσε τα νεύρα μου πας το ανήφορο.  Εκαρτέρουν να περάσω τα κυρτώματα, ναι σε κατοικημένη περιοχή, και να προσπεράσω. Όσο τζαι εμπήκα μπροστά του θωρώ που μακριά ένα ανθρωπάκι αγνώστου ταυτότητος και χρώματος μπλέ με κίτρινο φωσφοριζέ να πετάσσεται μες τη στράτα τζαι να αππηά ίσια πάνω όπως τον πελλό.  Γαμώτο λαλώ τζαι εγώ, όι πάλε!!  Εν γίνετε!!! Έπιασε με ταχυπαλμία που τα νεύρα, εκοπήκαν τα πόθκια μου. Με όριο 65 επήεννα 95.  χαράς το πράμα!! Τς τς τς.... έσυρεν μου την κανονικά τούτος, €50 όπως το κουττούτζιν τζαι δκιό πόντους!  Τζαι σημειώστε ότι είχα απλήρωτο ακόμα το 2ο.  Ενευρίασα πολλά με τον εαυτό μου πρώτα...αλλά είπα εν θα μισήσω τους Aerosmith!

Φίλε, που τζείνη την μέρα εν ζήτημα αν έρεξα τα 100 στο χάιγουει, πάω όπως τον κάττον τον βρεμένον γιατί αν συνεχίσω έτσι, ως τον άλλο μήνα εννα μεν έχω άδεια.  Άσε που άμα δώ κανένα αυτοκίνητο σταματημένο αριστερά παθαίνω μικρό έμφραγμα, εννα καταντήσω καρδιακή!!  Γι ‘αυτό φίλοι μου μεν βουράτε άμα βιάζεστε γιατί αν σε πιάσει η αστυνομία, τζαι πιο πολλά έννα σε καθυστερήσει γιατί χαλλόου εν μπάτσοι αχάπαροι και εν ξορτώνουν να φκάλουν ενα πρόστιμο νάκκο γλήορα, τζαι εννα πληρώσεις τζαι πουπάνω!! Να προσέχετε στο δρόμο τζαι να μεν ακούετε τραγούδια που σας πορώνουν!

Υ.Γ: Το τελευταίο πρόστιμο εν ακόμα απλήρωτο. 

Ούτε παράδεισος, ούτε γη. Απλά μουσική....

Rock  είναι τα όνειρα, οι αγωνίες, τα αδιέξοδα αλλά κυρίως η ελπίδα, το κέφι, η χαρά και η τόλμη να διεκδικεί κανείς τη ζωή που θέλει να ζήσει και όχι αυτή που του υπαγορεύουν οι συνθήκες.  Το rock είναι τρόπος ζωής, ιδανικό, ταξίδι, συναίσθημα, ευχαρίστηση, όνειρο, δύναμη, ελευθερία. Rock είναι ο ειλικρινής άνθρωπος, ο ασυμβίβαστος, ο τολμηρός, ο ευθύς, αυτός που έχει το θάρρος να ερωτευτεί και να το δείξει, αυτός που έχει τα κότσια να σηκωθεί από την καρέκλα του και να χορέψει στους ρυθμούς του.  Rock είναι να είσαι αληθινός, αυθεντικός, αυθόρμητος.  Rock είναι η ελεύθερη σκέψη και το θάρρος να την κάνεις πράξη. 

Rock είναι το πως αντιλαμβανόμαστε αυτά που συμβαίνουν γύρω μας.  Rock είναι οι αλήθειες και τα ψέματα που έχουμε μέσα μας και τα πιστεύω μας που μας κάνουν να αγωνιζόμαστε και να ελπίζουμε.  Rock είναι τα όνειρα μας.  Rock είναι η ελπίδα μας πως κάποτε όλα θα αλλάξουν προς το καλύτερο.  Rock είναι να αγαπάς δυνατά, να φωνάζεις, να αντιδράς, να ζεις την κάθε στιγμή σου!  Rock είναι να έχεις, είναι να πίνεις και άμα δεν έχεις τότε να δίνεις.

Rock είναι να πηγαίνεις κόντρα.  Rock είναι η πρώτη αποβολή από το σχολείο.  Rock είναι η βία στην καθημερινή βία του καθωσπρέπει διπλανού.  Rock είναι η αηδία για το κατάντημα της ζωής μας, το ξεπούλημα των πάντων, για τις προοδευτικές μάσκες που φοράνε οι οπαδοί του καθημερινού φασισμού.  Rock είναι η αηδία που νοιώθουμε για την εμπορευματοποίηση των πάντων, ως και των θανάτων αυτών που πέθαναν για να εμπορευματοποιηθούν. 

Rock είναι να κάνεις αυτό που σου λεει η καρδιά σου.   Rock είναι η διάθεση για έρωτα. Rock είναι μια βόλτα στην παραλία, ένα φιλί στη θάλασσα ή το άγγιγμα των χεριών στο φως του φεγγαριού.   Rock είναι να τον βλέπεις να γελά και ας είναι το τελευταίο πράγμα που θα δεις. 

Υ.Γ: Μπορεί να σας φανούν γνωστά.  Κάπου είχα διαβάσει ξεχωριστά το καθένα και είχα τα σε ένα τετράδιο γραμμένα, κάποια έγραψα και εγώ... είναι ότι με εκφράζει....

Πέμπτη 12 Μαΐου 2011

Rock is Life

Μιας και είμαι μόνη μου σε τούτο το μπλόγκ, προς το παρόν ελπίζω, ας περιαυτολογήσω λλίο…  Άρχισα να ακούω Rock γύρω στα 15 μου.  Ωραίες εποχές....  μεν φανταστείτε... άρχισα που τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου τον οποίο μαζί με την φίλη μου θεωρούμε τον πνευματικό μας πατέρα αφού που τούτον άρχισαν ούλλα.  Κότσιροι εμείς επηένναμε στο φεστιβάλ της ΕΔΟΝ να τον δούμε.  Ήντα τσανς έχει να μεν πορωθείς! Σιγά σιγά άρχισα να ανακαλύπτω ότι υπάρχουν και άλλοι τραγουδιστές όπως οι Κατσιμίχες, οι Πυξ-Λαξ, ο Τσακνής, ο Μαχαιρίτσας, ο Θηβαίος....σταθερά... Άρχισα να τους ακούω και εκαταλάμβαινα ότι μπαίνω σε ένα πολλά διαφορετικό κόσμο. 

Άρχισα να ηρεμώ και να αποκτώ ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης. Μάλλον απόκτησα για πρώτη φορά τρόπο σκέψης.  Άρχισα να αντιλαμβάνομαι το πως είναι φτιαγμένος ο κόσμος, σε τι σύστημα ζούμε, σε τι ρυθμούς προχωρούν οι ανθρώποι.  Άρχισα να μπορώ να ξεχωρίζω που τους συμμαθητές μου ποιοι "σκέφτουνται" και ποιούς ο νους τους εν πουπάνω που τη κκελέ τους.  Είχα αρχίσει να σκέφτομαι πολλά διαφορετικά που τους πιο πολλούς και ενθουσιάζουμουν όταν έβλεπα για παράδειγμα ένα στοίχο γραμμένο στον τοίχο του σχολείου.  Έχω στο μυαλό μου σαν φωτογραφία το στοίχο "Βάλε φωτιά σ’ ότι σε καιει, σ’ ότι σου τρωει τη ψυχή" πάνω σ’ ένα τοίχο κοντά στην τάξη μου! Εν ξέρω πως το αντιλαμβάνεστε εσείς, εγώ άμα το σκέφτομαι τούτο νοιώθω να πετώ... νοιώθω να γίνομαι τζείνο το ανέμελο πλάσμα, το πάντα χαμογελαστό που ήμουν στα 16-17, τότε που άρχιζα να αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου και τη φύση.  Η μόνη μου έννοια ήταν να παω στη καφετέρια με τα "πελλοπλάσματα" να παίξω τάβλι και μόλις πάω σπίτι να κουρτίσω τα ράδια.

Εννοείται ότι άκουα φανατικά κανάλι 6, 8-10 τον Φάνη και τον Σόση και πρέπει να πω ότι ήταν όπως το σχολείο τούτες οι εκπομπές.  Μετά παμε σε διάφανα κρίνα και τρύπες και λλίο αγγλικό rock.  Τωρά ακούω ελληνικό rock ή μάλλον όπως θα με διόρθωνε και ένας φίλος μου, η "εγκυκλοπαίδεια", ελληνόφωνο rock και αγγλικό, πιο πολλά classic rock.  Τραβώ προς τα blues αλλά εν εκατάφερα ακόμα να κάτσω να το μελετήσω το θέμα με την ησυχία μου.

Τούτη η μουσική έκαμε με τον άνθρωπο που είμαι σήμερα. Εν ήταν ούτε το σχολείο, οι καθηγητές, ούτε οι γονείς μου, ούτε που την οικογένεια μου, ούτε η τηλεόραση πάνω στην  οποία έλυα που τον τζαιρό που ήμουν μιτσιά.  Οι φίλοι μου επάιξαν κάποιο ρόλο, όπως η "Lee". Πολλά καλλή μου φίλη που το δημοτικό η οποία είναι φαν του Βασίλη, πράγμα που κληρονόμησε που την μάμα της, την οποία παρεμπιπτόντως πάω με 1000!! Σκορπίνα και τσιακκούα! 

Μετά που τούτο όμως έψαχνα το μόνη μου και είμαι πολλά περήφανη για τη μουσική που ακούω, τα πράγματα που μου έδωσε, τα συναισθήματα που μου ξύπνησε, τα όνειρα που μου γέννησε ο ήχος της κιθάρας, τις στιγμές που μου χάρισε και τις στιγμές που ονειρεύομαι πως θα έρθουν.  Η ζωή μου είναι η μουσική.  Μέσα από τους στοίχους τους οποίους πιστεύω ο καθένας ερμηνεύει μέσα από τα δικά του βιώματα, εμπειρίες, συναισθήματα,  αντιλαμβάνεται μάλλον την δική του ζωή και βοηθά τον να την καταλάβει και ίσως να τον ταρακουνήσει και να θέλει να την αλλάξει ή να την εκτιμήσει όπως είναι. 

Οι rock στίχοι προβληματίζουν, εξομολογούνται, προκαλούν, εξιστορούν, διδάσκουν, θυμίζουν, δίνουν θάρρος, συνειδητοποιούν.  Σε προκαλούν να τους αναλύσεις για να μάθεις, να ψάξεις, να ερωτευτείς, να το πεις, να το φωνάξεις, να μεν κωλώσεις, να ζήσεις, να αναπνεύσεις, να ωριμάσεις, να σκεφτείς, να απελευθερωθείς. That’s why my heart is rock 'n' roll!!!