Πως έγινα έτσι... πως εκατάντησα... έχουν δίκιο οι αναρχικοί που γράφουν στον τοίχο: "Θέλουν να κάνουν το μυαλό μας κομπόστα". Βλέπω το να γίνεται. Πως ήταν η ατάκα "I see dead people"; Που πότε έχασα την μιλιά μου; Που πότε σιωπώ αμα με προσβάλουν μες τα μούτρα μου; Εγώ εν άφηνα τίποτε να πέσει κάτω, εκαθάριζα πριν καν προλάβε ο άλλος να πεί μισή κουβέντα για μένα. Ήμουν ίσια, πάντα ήμουν ίσια... περήφανη... πως καταδέχομαι τωρά να χαμηλώνω το κεφάλι; Τζαι όι μονο να το χαμηλώνω αλλά να θέλω να μιλήσω και αντί για τούτο να βγαίνουν λυγμοί και να προσπαθώ να συγκρατήσω τα δάκρυα. Εγώ! Ποιά είσαι εσυ κυρία μου; Α; πέμου τι έκαμες στη ζωή σου που σε καθιστά ανώτερη που μένα. Τι έκαμες; Ξέρεις τον manager τζαι τον ιδιοκτήτη; Αν είχα αρχίδια θα σου έλεα "Στ’ αρχίδια μου!" Αλλά εν έχω.
Συγχαρητήρια! Μπήκες στο πνεύμα. Μην μιλήσεις γιατί κινδυνεύεις. Εν αντροπή να μάθει ο προϊστάμενος σου ότι έχεις πρόβλημα, ή οτι έκαμες πρόβλημα στην κολλητή του αφεντικού. Τούτη έχει άκρες παντού. Ασε που εννα φάεις το βρισίδι της χρονιάς σου. Ξιτιμάζει όπως τον φορτηγατζή γέρημη. Εγώ πότε εξίχασα τζείνα ούλλα τα ωραία που ήξερα; Μάλλον έγινα πολλά καθως πρέπει. Ήρεμα. Σκέφτου ότι η θεία σου που δουλεύκει πολλά χρόνια τζιαμέ εβοήθησε σε να έβρεις την δουλειά, εν κρίμα να την απογοητεύσεις.
"Ατε κανεί να χαμογελάς! Ήντα μπου χαμογελας; Εννα φκάλεις τίποτε φωτογραφία;" Μα γαμώ την ιστορία μου ρα σhύλλα εννα μεν χαμογελάσω στα πλάσματα όξα ετσακρισες που το κακό σου ρα μαλακισμένη που επήες κουνιστή λυγιστή να μιλήσεις του αράπη του σhεσολίρη τζαι έτυχε να τον ξερω τζαι εγώ τζαι εκαλοσώρισα τους μετά που σένα. Μαλακισμένη! Φοάσαι άμπα τζαι χάσεις που τες δημόσιες σχέσεις γαμώ την ιστορία σου; Έχεις τα πλακάκια με τον μάνατζερ τζαι εννα σου πιάσω τα πρωτεία στην μόστρα; Νομίζεις χαλά με να μεν τους μιλώ τζαι να είμαι όπως νοιώθω; Αλλά αν είμαι όπως νοιώθω εννα μπω μέσα τζαι με το καλημέρα εννα μουπ πεις : "Νάμπον τζείνη η φάτσα;" Ποθκιάντραπη! Καλά την έσhεις! Να δούμε πόσα πιττατζιάζεις. Πέρκι να έσhεις τζαι μετοχές! Γαμώτο! Τωρά τζαι αν την εφάμεν!
Κάθετε τζαι σχολιάζει τζιόλας τζαι λαλεί της άλλης: "Ένι μπορώ την βλακεία." Α;; ακουσα καλά;; εν σε μένα που επήενε τούτο; Ενι ξέρω αλλά ενευρίασα τζαι αντί να πολοηθώ έσκασα! Όι ρε γαμώτο! Έσκασα! Τζαι εν της έσυρα την μπασκέτα με τα ποτήρια πας την κελλέ της γαούρας. Που νομίζει ότι κρατά τον θεό που τα αρχίδια! Τι είσαι μάναμου; Ποιά είσαι; Ε ρε τζαι να ‘χα την δύναμη να της τα πω. Αλλά κατι ξερουν τζαι οι άλλοι που δουλεύκουν τόσα χρόνια μαζί της. Εμάθαν να σκάζουν τζαι περνουν. Τζαι τζείνο που εν κάμνω καθόλου χάζι, εν ότι η διασκέδαση τους τζαι τα αστεία τους με τες άλλες ενι να ξιτιμάζουντε τζαι χασκογελούν οι κάριες! Αν τες εκτιμά τζείνες πιο πολλά που μένα, με γειά της με χαρά της! Ας γαμιέτε!
Τωρά τι κάμνουμεν; Το κέρατο μου. Να μου ταράσσει τα νεύρα μου ο πελλός, να κλαίω όπως το μωρό τζαι να μεν έχω τη δύναμη να πάω να βοηθήσω της μάνας μου! Εκουράστηκα!